Αναλύοντας το φαινόμενο της ξενοφοβίας στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης: Μια υπολογιστική προσέγγιση

eoxΧρηματοδοτικός Μηχανισμός Ευρωπαϊκού Χώρου (ΧΜ ΕΟΧ)

Πάντειο Πανεπιστήμιο - Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας

σε συνεργασία με το Ερευνητικό Κέντρο ΑΘΗΝΑ

Επιστημονικά Υπεύθυνη: Βασιλική Γεωργιάδου


 

Οι ξενοφοβικές αντιλήψεις και συμπεριφορές δεν πρωτοεμφανίστηκαν στην Ελλάδα της κρίσης των τελευταίων πέντε ετών. Το φαινόμενο της ξενοφοβίας είχε γίνει ορατό ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα στην Ελλάδα και την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Ανάλογες εκφάνσεις παρατηρήθηκαν με την έλευση των πρώτων μεταναστών στη δεκαετία του 1970, αλλά και με την επιστροφή ελληνικής καταγωγής πληθυσμού από τις πρώην κομμουνιστικές χώρες περίπου την ίδια περίοδο. Κατά τη δεκαετία του 1990, με το άνοιγμα των συνόρων και την είσοδο μεταναστευτικών πληθυσμών από τις γειτονικές χώρες, ο φόβος και η καχυποψία κατά των μεταναστών έγινε ιδιαίτερα έντονος. Η αποκαλούμενη «Αλβανοφοβία», ο φόβος δηλαδή για τους αλβανικής καταγωγής μετανάστες που είχαν εισέλθει στη χώρα, θεωρήθηκε μια αρκετά διαδεδομένη τάση που απεικόνιζε μάλιστα τα συναισθήματα ενός μεγάλου μέρους των Ελλήνων πολιτών. Τα στοιχεία του Ευρωβαρόμετρου για την εν λόγω περίοδο τεκμηριώνουν το γεγονός ότι υπήρχε διάχυτος ο φόβος απέναντι στους «άλλους» ή τους «ξένους», ενώ σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές, οι ξενοφοβικές τάσεις εξακολουθούν να είναι εμφανείς στην Ελληνική κοινωνία, εστιάζοντας, ωστόσο, στο φόβο για τους μετανάστες που προέρχονται από ασιατικές και αφρικανικές χώρες και ιδιαίτερα από τα ισλαμικά κράτη (ισλαμοφοβία). Τα τελευταία πέντε χρόνια, με την άνοδο ακροδεξιών ιδεολογιών σε Ελλάδα και Ευρώπη, παρατηρούμε την απότομη αύξηση της αντιμεταναστευτικής βίας. Το Παρατηρητήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αναφέρει ότι τα περιστατικά ρατσιστικής και ξενοφοβικής βίας έχουν φτάσει σε ανησυχητικές διαστάσεις, με συμμορίες να επιτίθενται συχνά σε μετανάστες και αιτούντες άσυλο. Το Δίκτυο Καταγραφής Ρατσιστικής Βίας του ΟΗΕ αναφέρει 87 περιστατικά ρατσιστικής βίας εναντίων προσφύγων και μεταναστών μεταξύ Ιανουαρίου και Σεπτεμβρίου 2012, προειδοποιώντας ότι αυτά τα περιστατικά είναι η κορυφή μόνο του παγόβουνου και ότι η έκταση του φαινομένου μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερη. Αυτά τα ευρήματα παρατηρούνται και τα επόμενα χρόνια (2013, 2014) με αυξανόμενη μάλιστα τάση.
Ο κεντρικός στόχος του ερευνητικού προγράμματος επικεντρώνεται στους κινδύνους που θέτουν οι ξενοφοβικές και αντιμεταναστευτικές αντιλήψεις στον πυρήνα του δημοκρατικού πολιτεύματος. Κύριο μέλημα της παρούσας έρευνας είναι να μετριαστούν αυτοί οι κίνδυνοι και προκειμένου να επιτευχθεί αυτός ο στόχος θα πρέπει να γίνει διάχυση των αποτελεσμάτων της έρευνας στους υπεύθυνους για το σχεδιασμό δημόσιων πολιτικών, την εκπαιδευτική κοινότητα, τα μέσα ενημέρωσης και την ευρύτερη κοινωνία πολιτών. Όλες αυτές οι εντάσεις μεταξύ εθνικο-πολιτισμικά πλειοψηφικών και μειοψηφικών πληθυσμών θα πρέπει να προσδιοριστούν επαρκώς, ώστε να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά. Με αυτόν τον τρόπο δεν προφυλάσσονται μόνο οι αρχές του δημοκρατικού πολιτεύματος αλλά και η αρχή της ισότητας μεταξύ πολιτών διαφορετικών χωρών. Επομένως, εκτός από τα οφέλη για τους σημαντικούς δρώντες του κοινωνικό-πολιτικού συστήματος αναμένουμε σημαντικά οφέλη και για το μεταναστευτικό πληθυσμό που εισέρχεται ή και εγκαθίστανται επί μακρόν ή και μονίμως στη χώρα μας με κύριο μέλημα την προστασία της ζωής τους αλλά και την ισότητα στις ευκαιρίες για τις εργασιακές και κοινωνικές συνθήκες. Επιπλέον, οι ξενοφοβικές και οι αντιμεταναστευτικές αντιλήψεις επηρεάζουν αρνητικά την κοινωνική συνοχή, γεγονός που υπονομεύει την αρμονική συνύπαρξη του πληθυσμού που ζει στη χώρα ανεξαρτήτως εθνικής προέλευσης και δημιουργεί νέες πολιτικές ευκαιρίες για την άνοδο ακραίων πολιτικών και κομματικών δυνάμεων, οι οποίες υπονομεύουν τη δημοκρατία.